test ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΣΤΟ ΕΓΓΥΣ ΕΞΩΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ
Menu
Your Cart

ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΣΤΟ ΕΓΓΥΣ ΕΞΩΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ

ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΣΤΟ ΕΓΓΥΣ ΕΞΩΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ Βιβλία
-30 %
ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΣΤΟ ΕΓΓΥΣ ΕΞΩΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ


Μυθιστόρημα, 171 σσ.:
290γρ., 12.50 x 19.70 εκ.
© LOGGIA P.C., 2020
ISBN 978-618-84744-0-6

8,96€
12,80€
Χωρίς ΦΠΑ: 8,96€

«…Έχοντας ανακηρυχθεί ως Κάφκα της Ρουμανίας από τον Ιονέσκο, ο Μαξ Μπλέχερ έγραψε αυτό το πυρακτωμένο αριστούργημα λίγο πριν από τον πρόωρο θάνατό του.»

Χέρτα Μύλερ


Ο Μαξ Μπλέχερ έζησε μια ζωή φρικτή: ξεκινώντας τις σπουδές του στην Ιατρική στο Παρίσι, αρρώστησε από τη φοβερή νόσο του Ποτ (φυματίωση των οστών). Στα δεκαεννιά του πολιτογραφήθηκε αμετακλήτως άρρωστος, κάτοικος σανατορίων, και πέρασε το υπόλοιπο του βίου του σχεδόν αποκλειστικά σε οριζόντια στάση, με μακρές περιόδους θεραπείας σε ιαματικά κέντρα στη Γαλλία, την Ελβετία και τη Ρουμανία. Η γραφή απoτέλεσε για τον Μπλέχερ αντιστάθμισμα και, σε μεγάλο βαθμό, θρίαμβο επί της προσωπικής του τραγωδίας. Με τη δημοσίευση των Περιστατικών κέρδισε τον κριτικό έπαινο του «δύστροπου» Ιονέσκο, ενώ υπήρξε δεινός επιστολογράφος-συνομιλητής του Μπρετόν, του Ζιντ και του Χάιντεγκερ. Τα τελευταία χρόνια το έργο του ανακαλύφθηκε εκ νέου και έχει μεταφραστεί στις κυριότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Ο δε συγγραφέας θεωρείται σήμερα μείζον σημείο αναφοράς στον νεωτερικό «κανόνα» της Ρουμανίας.

                                                           

Το μυθιστόρημα Περιστατικά στο εγγύς εξωπραγματικό, του Μαξ Μπλέχερ, εκδόθηκε με την οικονομική στήριξη του Ρουμανικού Ινστιτούτου Πολιτισμού.



Νίκος Κουρμουλής, Τα πολλά κάτοπτρα του ίδιου εαυτού,  “Τα Νέα, Βιβλιοδρόμιο”, 11.02.2023

Ο Μπλέχερ, μέσα από τον εσωτερικό μονόλογο που αναπτύσσει, σκάβει τις εσωτερικές σπηλιές του ανθρώπου που θέλει να δώσει εναγωνίως τη δική του ερμηνεία στον ασφυκτικό κόσμο που τον περιβάλλει. Τα "Περιστατικά" αφήνουν δυνατά το χνάρι τους στην εξέλιξη της λογοτεχνικής γραφής.


Αλέξανδρος Στεργιόπουλος, Και η τελεία; Εκεί που ορίζει η ατέλεια!,  “Το Περιοδικό”, 02.11.2022

Το μυθιστόρημα του Ρουμάνου διαθέτει αυτό που όλοι οι λογοτέχνες θέλουν και ελάχιστοι κατακτούν: την ξεχωριστή ματιά. Διαβάζοντας τον, καταλαβαίνεις πώς το «λοξό» γίνεται μέρος του προσωπικού, του συνηθισμένου και το κάνει πιο όμορφο, πιο αληθινό. Τα πάντα είναι θέμα οπτικής και στην περίπτωση του Μπλέχερ αυτή έρχεται από κάτω. Κυριολεκτικά!  


Μαρία Μπλάνα, Μαξ Μπλέχερ, “The Athens Review of Books”, Δεκέμβριος 2021

Ο κόσμος, το κενό και η ύλη του, βιώνεται ως ένα τεράστιο θεατρικό σκηνικό –ψεύτικο; αληθινό;– που μέσα του βρίσκει κανείς, αρκεί να ψάξει καλά, τα πιο απίθανα πράγματα.


Κωστούλα Μάκη, Απόκοσμη ομορφιά, “Η Αυγή”, 18.07.2021

Η γραφή του Μπλέχερ θυμίζει το Πανοπτικόν και τις παραστάσεις Πανοράματος που περιγράφει και στα κείμενά του, κατασκευάζοντας φαντασμαγορικές συνθέσεις τοπίων «απόκοσμης ομορφιάς».


Χάρης Βρόντος, Βυθισμένη Γαλικίa, Ιούλιος – Αύγουστος 2021, The Books’ Journal

«Εβραίος της Μολδαβίας ο Μαξ Μπλέχερ (1909-1938), ήρθε να συμπληρώσει τη μεγάλη φαντασίωσή μου για την εξαφανισμένη χώρα που ξεκίνησε ανεπαίσθητα και σιγά με την ανάγνωση όλων των μυθιστορημάτων του Γιόζεφ Ροτ (1894-1939), εβραίου επίσης της παλιάς ανατολικής Γαλικίας. Οι περιγραφές τοπίων αυτής της περιοχής, στα βιβλία του Ροτ, του Σουλτς και του Μπλέχερ, ταυτίζονται και συνοψίζονται σε τούτη την παράγραφο από τα Περιστατικά στο εγγύς εξωπραγματικό: Το μέρος ήταν άγριο και απομονωμένο και η μοναξιά του φάνταζε ατέρμονη. Εκεί αισθανόμουν τη ζέστη της ημέρας πιο κουραστική και πιο βαρύ τον αέρα που ανέπνεα. Οι σκονισμένοι θάμνοι τσουρουφλίζονταν κίτρινοι στη φλόγα του ήλιου, σε κλίμα απόλυτης μοναξιάς. Επικρατούσε μια αλλόκοτη αίσθηση ματαιότητας μέσα σε όσα υπήρχαν «κάπου στον κόσμο», όπου κι εγώ ο ίδιος είχα βρεθεί χωρίς κανένα νόημα κάποιο απόγευμα του καλοκαιριού, το οποίο εστερείτο και αυτό πάσης σημασίας. Ένα απόγευμα που είχε χαθεί με χαώδη τρόπο, μέσα στην κάψα του ήλιου, μέσα σε κάτι θάμνους αγκυροβολημένους «στη μέση του πουθενά». Τότε ένιωθα και βαθύτερα και πιο οδυνηρά ότι δεν είχα τίποτα να κάνω σ΄αυτόν εδώ τον κόσμο, τίποτε άλλο παρά να περιπλανιέμαι σε πάρκα, σε ξέφωτα κατασκονισμένα, πυρπολημένα από τον ήλιο, άγρια και έρημα. Ήταν μια φάρσα που, στο τέλος, κατακομμάτιαζε την καρδιά μου...»


Νικίτας Σινιόσογλου, Ο Μαξ Μπλέχερ και η ακατέργαστη ύλη του κόσμου, “Εφ.Συν., Ανοιχτό βιβλίο”, 07.11.2020

Οι υποβλητικές μεταφορές του Μπλέχερ («Μπροστά μου ο λασπωμένος δρόμος απλωνόταν αδιάκοπα σαν αλοιφή...») είναι μια απόπειρα να ανασηκώσει το πέπλο των αναδυόμενων φαινομένων και να κοιτάξει από κάτω: υπάρχει κάτι, ή μόνον βρομερή λάσπη, οπότε οι λεγόμενες «αλήθειες» δεν είναι παρά μια μερίδα της ακόμη; Οι θηλυκοί χαρακτήρες του βιβλίου, η Κλάρα και η Εδα, είναι οι καταλύτες της πνευματικής και σεξουαλικής αφύπνισης, αγωγοί αιφνίδιων εκλάμψεων του σώματος και των λέξεων. Μόνον που ο δρόμος δεν απολήγει σε καμιά αλήθεια πίσω από τα φαινόμενα: παρ' όλο που οι άνθρωποι τυλίγονται στο «λευκό μεταξένιο δέρμα» τους και φορούν υφασμάτινα ρούχα, εντός τους λανθάνει πάντοτε «αδυσώπητη, επιτακτική και στοιχειώδης η λάσπη.


Γιάννης Καλογερόπουλος, Περιστατικά στο εγγύς εξωπραγματικό, “No14me.blogspot.com”, 28.09.2020

Και είναι ο τίτλος του ιδιότυπα σπονδυλωτού μυθιστορήματος, Περιστατικά στο εγγύς εξωπραγματικό, τόσο ανατριχιαστικά ακριβής, η αποτύπωση της καθημερινότητας κάποιου που περισσότερο φαντάζεται όσα συμβαίνουν ίσα στην άλλη πλευρά του τοίχου, συχνά με πρωταγωνιστή τον ίδιο, στο κατώφλι της ονειροφαντασίας.


Σταμάτης Πολενάκης, Μέσα από τον σπασμένο καθρέφτη του Μαξ Μπλέχερ, "Η Αυγή", 30.07.2020

Στο βάθος της ψυχής του μπορεί και ν’ αχνόφεγγε η τρελή ελπίδα ότι, μέσα σ’αυτόν τον κόσμο των αναρίθμητων κατόπτρων, ως και η ασθένεια ίσως να αποτελεί μία ακόμη ψευδαίσθηση.


Κωνσταντίνος Δ. Τραχανάς, Ένα βιβλίο πόνου, “Fractalart.gr”, 21.07.2020

Ολόκληρο το έργο του Μπλέχερ κινείται μεταξύ του αποτρόπαιου ρεαλισμού, εξπρεσιονισμού και ονειρικού υπερρεαλισμού. Φυσιολογία και ψευδαισθησία συνυπάρχουν στον Μπλέχερ εκ των πραγμάτων σ’ ένα κορμί καχεκτικό και ακάθαρτο που σήπεται και του οποίου το εσωτερικό σκουλήκι αδημονεί να επιστρέψει στο χώμα.


Ευγένιος Ιονέσκο, World Literature Studies, vol. 07.2015

[…] Εάν δεν μπορούμε να γίνουμε ξανά παιδιά, πρέπει να διαλύσουμε τα πράγματα μέσα από τη διαύγεια, και ο ήρωας έχει μια ισχυρή αίσθηση της βαθιάς εξωπραγματικότητας της πραγματικότητας.[…] o κόσμος στην ωριμότητα είναι ένας ψεύτικος κόσμος αγνής μεταφυσικής αχρηστίας.


Le Monde, 04.04.1989

Ο Μαξ Μπλέχερ ανήκει σε αυτούς τους συγγραφείς που διανύουν την εποχή τους σαν ουράνια σώματα, μακρινά και φλεγόμενα. […] Με λανθάνουσα νοσταλγία και λανθάνουσα θεατρικότητα, η πρόζα του Μπλέχερ αποτυπώνει τα νεανικά χρόνια ενός εβραίου, συγγραφέα εν αγνοία του, που είναι κι ο ίδιος απομονωμένη μειονότητα ανάμεσα στους δικούς του, στο περιθώριο ενός παράξενου σύμπαντος που αδυνατεί να αποκωδικοποιήσει. […] Ένα διαρκές ταξίδι στη φασματική πραγματικότητα της Μολδαβίας των παιδικών του χρόνων, εμπνέει τα Περιστατικά στο εγγύς εξωπραγματικό, ένα αινιγματικό και συγκινητικό κείμενο που ανακαλύφτηκε από τον Μωρίς Ναντώ στην δεκαετία του 1970.


Andrei Codrescu, the PARIS REVIEW, 09.03.2015

[…] ένα βιβλίο που καταπραΰνει χωρίς συναισθηματισμό. Ο Μπλέχερ χρονογράφησε τον θάνατό του τόσο εσωτερικά, με το σώμα του, όσο και εξωτερικά, με την ανυπαρξία. Έκανε αυτό το πέπλο διαπερατό: οι λέξεις του είναι τα οχήματα που ταξιδεύουν στη σκοτεινή μεμβράνη η οποία περιβάλλει τον φαινομενικά συμπαγή κόσμο. Εσωτερικά και εξωτερικά «Περιστατικά» εναλλάσσονται στην αφήγηση αν και με κάποιο τρόπο γίνονται ένα και το αυτό υπό το φως της εξαιρετικής ευαισθησίας του Μπλέχερ. Κανένας δεν ξέρει πώς να πεθάνει. Ο Μαξ Μπλέχερ, επειδή ήταν νέος και ιδιοφυής, προτείνει έναν τρόπο που διερευνά, ανακαλύπτει εκ νέου τη ζωή, και ακτινοβολεί την ομορφιά μέσα από τον πόνο.


Από την αγγλική έκδοση του βιβλίου New Directions Publishing (2015)

Όταν διαβάζεις τα βιβλία του είναι δύσκολο να πιστέψεις στα μάτια σου. Συγγραφέας αυτού του αριστουργήματος υπήρξε ένα εισοσιπεντάρης ήδη εξασθενημένος από την αρρώστια, κι όμως η πρόζα του Μπλέχερ όχι μόνο περιγράφει τα αντικείμενα – χώνει τα νύχια της μέσα στα πράγματα και τα σηκώνει ψηλά στον αέρα. Εκείνο που κάνει το βλέμμα του Μπλέχερ τόσο διαπεραστικό είναι ένας διάχυτος ερωτισμός που λαχταρά να βρει διέξοδο.

-Χέρτα Μύλερ


Ο Blecher συγκρίθηκε συχνά με τον Kafka (και όχι χωρίς λόγο), αλλά η ισχυρότερη σχέση, ωστόσο, είναι με το Salvador Dali. Όπως τα «μαλακά ρολόγια» του Ντάλι, όλα εδώ πρόκειται να λιώσουν. Είναι σαν ο κόσμος του Blecher να βρίσκεται πάντα στα πρόθυρα της οντολογικής κατάρρευσης· πίσω από το πέπλο των πραγμάτων το μηδέν τον κοιτάζει επίμονα.

-The Times Literary Supplement


Ένας εξαιρετικός συγγραφέας, στην οικογένεια των Κάφκα και Μπρούνο Σουλτς. Μια σύντομη ζωή, κατακλυσμένη από την ασθένεια. Ένα μικρό - αλλά υπέροχο - μαγικό έργο. Ψευδαισθητικό, έντονο και βαθιά αυθεντικό, η λογοτεχνική του δύναμη τροφοδοτείται, παραδόξως και όχι εξ ολοκλήρου, από μια οξεία ευαισθησία και από έξαψη.

-Norman Manea


Dustin Illingworth, WORDS without BORDERS, 05.2015

Οι παρομοιώσεις και οι μεταφορές του Μπλέχερ σταθερά σε αιφνιδιάζουν, ανανεώνουν την οπτική σου με μια όμορφη, συχνά βίαιη, αποτελεσματικότητα. […] Το κείμενο επιτυγχάνει ένα είδος αισθητικής πλευστότητας, παρά τις βαθιά πεσιμιστικές εικασίες, μόνο και μόνο χάρη στη θαυματουργή, αναζωογονητική γλώσσα του Μπλέχερ. Σπάνια η αποσύνθεση έχει περιγραφτεί με τόσο εκπληκτικά υπέροχη λεπτομέρεια. […] Ο Μπλέχερ δεν έγραψε ποτέ μια συνηθισμένη λέξη – κι αυτό είναι το αριστούργημά του.


Colin Torre, 3:AM, 24.02.2015

[…] Όχι λιγότερο, σε σχέση με Τα Μαγαζιά της κανέλλας του Σουλτς, εδώ η γραφή είναι ακριβής και συναρπαστική και ο αναγνώστης αισθάνεται από την αρχή ότι έχει αφεθεί στα χέρια κάποιου που γνωρίζει την επίδραση που έχουν οι ρυθμοί και οι εικόνες του στη φαντασία του αναγνώστη του […].


Ricky D’Ambrose, The Nation, 24.09.2015

[…] Ο Μαξ Μπλέχερ είναι ένας παθιασμένος δολιοφθορέας του χάσματος ανάμεσα σε δυο φαινομενικά ασυμβίβαστες στάσεις: της αποστροφής και της λαγνείας […] Και ποιος θα μπορούσε να αρνηθεί στον Μπλέχερ την λυπηρή, πολύ λυπηρή αρετή μιας εσκεμμένης χειρονομίας απόγνωσης, στην οποία ο κόσμος, σε συντρίμμια, σκορπίζει στον άνεμο και το εναπομένον ρεπερτόριο κάθε διαθέσιμης εκφραστικής συρρικνώνεται σε μια, δίχως απάντηση, κραυγή κι ένα υποκριτικό χαμόγελο;

Ο κινηματογράφος επεφύλασσε πολλές εκπλήξεις. Τα καλοκαίρια τρύπωνα μέσα από νωρίς, στη ματινέ, και έβγαινα το βράδυ, όταν άρχιζε να σκοτεινιάζει. Έξω το φως είχε αλλάξει, η μέρα πήγαινε να τελειώσει και σιγά σιγά θόλωνε. Διαπίστωνα έτσι ότι, κατά την απουσία μου, ένα μεγάλο και ουσιαστικό γεγονός είχε λάβει χώρα στο σύμπαν, κάτι σαν θλιβερό καθήκον που το εξανάγκαζε να επαναλαμβάνει –για παράδειγμα μέσω της δύσεως του ηλίου– την απαράλλακτη, διαφανή και θεαματική λειτουργία του. Μ’ αυτόν τον τρόπο εισχωρούσα εντός μιας αδιαμφισβήτητης αλήθειας η οποία, με την αυστηρώς καθημερινή επιβεβαίωσή της, μου ενέπνεε απέραντη μελαγχολία. Σε έναν τέτοιο κόσμο, υποκείμενο σε άκρως θεατρικά εφέ, δεσμευμένο να σκηνοθετεί κάθε βράδυ το ακριβές δειλινό, οι συνάνθρωποί μου φάνταζαν κακόμοιρα όντα, αξιοθρήνητα μες στη σοβαρότητα με την οποία παρίσταναν τους μονίμως απασχολημένους και μες στην αφελή τους πίστη σε ό,τι έπρατταν και ένιωθαν.
      Υπήρχε ένα μόνο άτομο που τα καταλάβαινε όλα αυτά και που γι’ αυτό το σεβόμουν και το θαύμαζα ανεπιφύλακτα. Ήταν η τρελή της πόλης. Καταμεσής στους κουμπωμένους, όλο προκαταλήψεις και συμβατικότητες, συμπολίτες μας, εκείνη και μόνον εκείνη αποτολμούσε να ουρλιάζει και να χορεύει στους δρόμους ελεύθερα, όποτε γούσταρε. Περιφερόταν ανά την πόλη ρακένδυτη, φαγωμένη από τη λέρα, ξεδοντιάρα, με κόκκινα, ανάκατα μαλλιά, κρατώντας στην αγκαλιά της με μητρική στοργή ένα παλιό κασόνι γεμάτο κόρα ψωμιού και διάφορα παλιοπράματα που μάζευε από τα σκουπίδια.
      Επεδείκνυε το αιδοίο της στους περαστικούς με μια κίνηση που, υπό διαφορετικές συνθήκες, θα πέρναγε για «αβρά και κομψοτάτη». «Τι υπέροχο, τι θαυμάσιο να ’ναι κανείς τρελός!» έλεγα από μέσα μου και, προς μεγάλη μου λύπη, συνειδητοποιούσα πόσο ισχυρές ήταν οι βλακώδεις και οικείες συνήθειες, πόσο βαριά η ορθολογική ανατροφή μου, που με απέκλειαν από την ακραία ελευθερία της παραφροσύνης. Νομίζω πως όποιος δεν γνωρίζει αυτό το συναίσθημα είναι καταδικασμένος να μη νιώσει ποτέ το πραγματικό εύρος του υπαρκτού.